Η βασική αρχή για την κατανόηση ενός φαινομένου είναι να γνωρίζεις πώς προέκυψε. Γι’ αυτό το News 24/7 ζήτησε τη βοήθεια της Λίζας Τσαλίκη, καθηγήτριας στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και της Δέσποινας Χρονάκης, επιστημονικής συνεργάτιδας του ίδιου τμήματος. Επί της ουσίας προσέφεραν τις γνώσεις τους επί θεμάτων πολιτισμικής κατασκευής του φύλου και της σεξουαλικότητας, θέματα με τα οποία ασχολούνται οι Σπουδές Φύλου, οι Πολιτισμικές Σπουδές και οι Σπουδές Πορνογραφίας. Οι επιστήμονες είχαν την ευγενή καλοσύνη να μας διαθέσουν το χρόνο για να μοιραστούν στοιχεία της ακαδημαϊκής βιβλιογραφίας, σχετικά με την κοινωνική και πολιτισμική κατασκευή του φύλου.
Η μετάλλαξη της γυναίκας από υπεύθυνης για το “θαύμα της ζωής” σε “αιτία φθοράς της ψυχής”
Σε μια τόσο μεγάλη κουβέντα, θα ήταν φύσει αδύνατο να “πιάσουμε” όλους τους αιώνες, όλους τους πολιτισμούς και όλες τις κουλτούρες, γιατί θα μιλούσαμε ακόμα. Περιορίσαμε τη συζήτηση στη Δύση, όπου ένα ρόλο μεγάλο στη συζήτηση περί γυναίκας έπαιζε πάντοτε ρόλο η εκκλησία. Δηλαδή, η θρησκεία, είτε ως χριστιανική, είτε ως καθολική, είτε ως προτεσταντική κλπ. Η γυναίκα ήταν εκείνη που έφερνε τη ζωή στον κόσμο, το παιδί, “θαύμα της ζωής”. Ό,τι αφορούσε την αναπαραγωγή, τον τοκετό, το αίμα, η έμμηνος ρύση θεωρούνταν κάτι το θείο. Είχαν ένα πολύ μεγάλο γόητρο. Οι γυναίκες, ως έγκυες είχαν μια τεράστια δύναμη, έως το Μεσαίωνα.
Με την ανάδυση του Χριστιανισμού, από εκεί που η γυναίκα ήταν αυτή η οποία είχε επαφή με τη Μητέρα Φύση (Μother Nature), που είχε τον απόγονο -το μελλοντικό μέλος της κοινωνίας-, έγινε αιτία φθοράς της ψυχής.
Όπως άρχισε να μπαίνει στις ζωές του κόσμου η Εκκλησία, προέκυψε η διαφοροποίηση και η συζήτηση για τη σεξουαλικότητα με την Παρθένο Μαρία, την καλή και ενάρετη γυναίκα, με τον ασκητικό βίο, τη νηστεία και την αποχή από το σεξ (που ήταν κακό, εκτός και αν ήταν στο πλαίσιο της οικογένειας), με όσα έπρεπε να κάνει ο καλός Χριστιανός για να βγει ο σατανάς από μέσα του (ο πειρασμός, η Εύα, το μήλο), άρχισε να χάνεται η γυναικεία σεξουαλικότητα. Στοιχείο που έως εκείνη την εποχή ήταν καθ’ όλα αποδεκτό και σεβαστό και τότε άρχισε να γίνεται κάτι το κακό.
Ο γάμος ως η λύση ενός προβλήματος
Με το που ξεκίνησε η διάρθρωση της Εκκλησίας, με τους Πατέρες της Εκκλησίας (το 1054) και αντίστοιχα στην καθολική εκκλησία με τον Άγιο Αυγουστίνο που έγινε ερημίτης (εγκατέλειψε τα εγκόσμια για να θεραπευτεί από τις επιθυμίες της σάρκας), άρχισε η υπεράσπιση της πλήρους νηστείας και της αποχής από το σεξ, ώστε να μην μπαίνει στο μυαλό ο πειρασμός και ως εκ τούτου, ο σατανάς. Έγινε και η απαρχή της κουβέντας για το πόσο φθείρει η σάρκα τη ψυχή και άρα θα ήταν χρήσιμο όλοι να περιορίσουν τις επιθυμίες της σάρκας. Μόνο που αν γινόταν αυτό, στο εκατό τοις εκατό, αν απαγορευόταν η αναπαραγωγή το εκκλησίασμα θα έχανε νέους πιστούς.
Τότε προέκυψε το μυστήριο του γάμου, της ευλογίας του Θεού μόνο στην ετεροφυλοφιλική σχέση που είχε ως στόχο την απόκτηση παιδιών. Έτσι περιφρουρήθηκε το κομμάτι των παιδιών που γεννιούνται μέσα στην ευλογημένη, από το Θεό, σχέση ενός άνδρα με μια γυναίκα και έγινε σαφές πως το γυναικείο σώμα είναι ευλογημένο μόνο μέσα στο γάμο -όπου υπάρχει αναπαραγωγική σχέση γιατί το επιτρέπει ο Θεός. Δεν ετίθετο δηλαδή, θέμα επιθυμίας, αλλά υποχρέωσης κατά τις γραφές (‘αυξάνεστε και πληθύνεστε’, διαφορετικά είστε κακοί Χριστιανοί και μη ενάρετοι). Προφανώς, έπαψε να γίνεται συζήτηση για την ερωτική επιθυμία, καθώς αυτή σήμαινε πως έχεις το σατανά μέσα σου. Τέθηκαν εκτός η απόλαυση και η ηδονή.
Η σχέση της ιστορίας με το F.U.C.K.
Στο trailer της σειράς του Netflix με τίτλο ‘Τhe history of swearing’ (σημείωση: οι ύβρεις δεν προέκυψαν ως τέτοιες, αλλά ως απλές λέξεις με ταπεινά νοήματα που στην πορεία εξελίχθηκαν), εμφανίζεται ο αφηγητής Nicolas Cage να ουρλιάζει για κάποια (πολλά) δευτερόλεπτα τη λέξη ‘Fuck’. Μετά εξηγεί πως είναι ακρωνύμιο των λέξεων Fornication Under Consent (of the) King. Δηλαδή, συνουσία με τη συγκατάθεση του Βασιλιά.
Για την ιστορία, άρθρο του Vox σημειώνει ότι σε δικαστικά έγγραφα των 1300’s εμφανίζεται το όνομα Roger Fuckebythenavele “που μπορεί να ήταν το πραγματικό του ή να είχε προκύψει από κάποια σεξουαλική ανεπάρκεια -ή άλλη αδυναμία”. Η βάση δηλαδή, είναι η ίδια. “Και δείχνει τη δουλειά που είχαν κάνει οι θεσμοί που ανδροκρατούνταν. Την τεράστια επίδραση δηλαδή, που είχαν διαφορετικές μορφές χριστιανικών, ως επί το πλείστον, πτυχών της θρησκείας”.
Όλα αυτά “δένουν” και με τις αφηγήσεις για τις πιο συνεκτικές κοινωνίες, που έκαναν επιτακτική την ανάγκη να δικαιολογηθεί και κοινωνικά, σε επίπεδο υπηρεσιών και ανάπτυξης της πυρηνικής οικογένειας που έχει και μια ιατρική μορφή, στον 18ο και 19ο αιώνα.
Ιστορικά, μέχρι ενός σημείου οι γυναίκες ήταν αυτές που είχαν τις γνώσεις να φροντίσουν άλλες γυναίκες και αντιμετωπίζονταν ως κάτι μαγικό (όχι υπό την έννοια της μαγείας, αλλά ως θαυμαστό και ιερό που ήταν πιο κοντά στη Θεότητα Μητέρα Γη), αφού καταλάβαιναν τον κύκλο της ζωής και είχαν όλα τα tips με τα φυτά, τα βότανα, τα πετρώματα και ό,τι άλλο χρειαζόταν για να βοηθήσουν έναν τοκετό. Με την εμφάνιση της θρησκείας στην κουβέντα, το σώμα έγινε κάτι κακό, η σάρκα ασθενική, η ερωτική επιθυμία του διαβόλου και πως σκοπός της ύπαρξης είναι η αναπαραγωγή.
Η μετάβαση από τις μαίες στους θεραπευτές
Έως το Μεσαίωνα, στον 14ο και τον 15ο αιώνα, υπήρχαν οι γυναίκες που βοηθούσαν στις γέννες, οι μαίες που εκείνη την εποχή δεν προσδιορίζονταν όπως σήμερα. Ήταν γυναίκες που ήξεραν πολύ καλά τη φύση και που είχαν ιερή, θρησκευτική, αίγλη. Διέθεταν μεγάλη δύναμη, σέβας και γόητρο μέσα στην κοινωνία. Σιγά σιγά άρχισε να αναπτύσσεται η ιατρική επιστήμη. Εμφανίστηκαν άνδρες, από υψηλά κοινωνικά στρώματα, οι οποίοι ξεκίνησαν να ανακαλύπτουν αυτό που αργότερα έγινε η ιατρική. Έγιναν οι κλινικοί ειδικοί, οι ειδήμονες της εποχής, με τις πολύ λίγες γνώσεις που είχαν -τότε άρχισαν να αντιλαμβάνονται και να καταγράφουν την ανατομία του σώματος, να διαπιστώνουν πώς γίνεται η αναπαραγωγή και να υφαρπάζουν το ρόλο της γυναίκας μαμής. Όπως περνούσε ο καιρός, οι ίδιες οι γυναίκες -αρχικά οι αριστοκράτισσες- επέλεγαν να μην αφήνουν τον εαυτό τους -στον τοκετό- στις μαίες και να απευθύνονται στους (άνδρες) physicians. Η αλλαγή έγινε μόδα, ειδικά στο Παρίσι και σταδιακά η εξουσία που είχαν οι μαμές (ως προς τις συμβουλές γύρω από το σώμα, την αναπαραγωγή, το πώς να μείνεις ή να μη μείνεις έγκυος και τι να κάνεις όταν είσαι έγκυος) πέρασε στους άνδρες θεραπευτές και έτσι πέρασαν στο περιθώριο οι μαίες.
Από τον 15ο αιώνα εμφανίστηκαν οι άνδρες μαίες, καθώς οι εγκυμονούσες πίστευαν πια πως οι άνδρες κάνουν καλύτερη δουλειά. Τότε προέκυψε η νοοτροπία πως το επιστημονικό (και ιατρικό) κατεστημένο και η γνώση ήταν ανδρικά προνόμια και ό,τι έλεγαν ήταν η αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Αναπτύχθηκε και ένα θρησκευτικό δέος γύρω από το γιατρό, που θεμελιώθηκε και ριζώθηκε το 19ο αιώνα.
Yπάρχει μια πολύ ωραία σειρά, με τίτλο “Βερσαλίες”. Μέρος της ιστορίας αφορά το γιατρό του Βασιλιά, του Λουδοβίκου του 14ου, ο οποίος είχε μια κόρη και την εκπαίδευσε στη βοτανολογία (ώστε να ξέρει να φτιάχνει τα φάρμακα), τη φυσική, την ανατομία και τη βιολογία, προκειμένου να τον βοηθά. Ο Βασιλιάς παρακολουθούσε την εξέλιξη της κοπέλας αυτής και όταν πέθανε ο πατέρας της, ο Λουδοβίκος ζήτησε εκείνη για physician. Εμφανίζεται ο σύμβουλος του να του λέει πως αυτό ήταν κάτι που δεν μπορούσε να γίνει, γιατί οι γιατροί ήταν μόνο άνδρες και αν το τολμούσε, ο κόσμος θα έκαιγε στην πυρά την κοπέλα ως μάγισσα. Από αυτό φαίνεται πως είχε εξαφανιστεί κάθε ιερό στο ρόλο της γυναίκας και της μητρότητας -δεν ήταν κοινωνικά αποδεκτό το να μπορεί μια γυναίκα να διαβάσει και να γράψει, όπως και να χρησιμοποιήσει τη φύση για το δικό της σώμα και αυτά των οικείων της. Όλα αυτά είχαν αποκτήσει ιδιότητα μαγείας και δαιμονικού, αφού ο άνδρας ήταν αυτός που αποκτούσε και κατείχε τη γνώση -που μπορούσε και του επιτρεπόταν να τη χειρίζεται-, που συγχρωτιζόταν στην αγορά, που είχε δικαίωμα στο δημόσιο λόγο. Η γυναίκα δεν μπορούσε να τα κάνει όλα αυτά, παρά μόνο με δαιμονικούς τρόπους.
Θεωρούνταν ότι η γυναικεία φύση είχε σατανικά πράγματα μέσα της, τα οποία δεν καταλάβαιναν οι άνδρες. Σε σειρές ιστορικού περιεχομένου με θέμα το 16ο και το 17ο αιώνα, εμφανίζεται η γυναίκα αριστοκράτισσα (και δη η Βασίλισσα) να γεννάει παρουσία όλης της Αυλής, τα μέλη της οποίας κάθονται αναπαυτικά σε πολυθρόνες εντός του δωματίου και παρακολουθούν τη γέννα -χωρίς να υπάρχει έννοια διακριτικότητας, ιδιωτικότητας ή αποστειρωμένου. Αυτή είναι μια χαρακτηριστική στιγμή του ελέγχου των ανδρών, σε μια εποχή που ο γυναικείος ρόλος της μαμής είχε χαθεί. Έπρεπε να είσαι αγράμματος για να μην εμπιστευτείς άνδρα θεραπευτή και να προτιμήσεις γυναίκα μαμή”.
Fast forward στο 1961 κυκλοφόρησε στην Ελλάδα η ταινία με τίτλο ‘Η Κυρά μας η μαμμή’ που παρουσιάζει όλα τα παραπάνω. O Oρέστης Λάσκος, ο οποίος υποδύεται το γιατρό έχει την επιστημονική γνώση και η (μαία) Γεωργία Βασιλειάδου κάνει τα κομπογιαννίτικα.
Oι ‘βάρβαροι’, οι τρελοί και οι κίναιδοι
Μετά τα μέσα του 20ου αιώνα προκύπτει η κουβέντα για τις διαφοροποιήσεις, συγκριτικά με τις προηγούμενες πιο στερεοτυπικές αντιλήψεις για τη σωστή θηλυκότητα και τη σωστή αρρενωπότητα. Ξεκίνησε το 16ο αιώνα, άρχισε να εδραιώνεται από το 18ο αιώνα, να διαμορφώνεται και να κληρονομείται στον 20ο αιώνα.
Η συζήτηση για την επιστήμη γύρω από το σεξ αφορούσε πολύ λίγους άνδρες -αριστοκράτες, ευγενείς-, οι οποίοι είχαν σπουδάσει στα πανεπιστήμια της εποχής (ως επί το πλείστον στην κεντρική Ευρώπη). Άρα το ιατρικό κατεστημένο άρχισε να δημιουργείται από μια πολύ μικρή μειοψηφία ανθρώπων, που δεν ήταν γιατροί, αλλά ασχολούνταν με προάγγελους των σημερινών επιστημών. Δεν υπήρχε για παράδειγμα, η βιολογία, αλλά υπήρχαν κρανιολόγοι και οι πρώτοι σύμβουλοι (όχι ψυχίατροι ή ψυχολόγοι) που άρχισαν να ασχολούνται με το σώμα και το μυαλό, στο πλαίσιο ευρύτερης αναζήτησης που είχε ως αντικείμενο το ποιος είναι ο λευκός άνδρας, τι είναι και ποια είναι η θέση του στην εποχή.
Χρονικά βρισκόμαστε στον 18ο και 19ο αιώνα, της αποικιοκρατίας, με την Ευρώπη να ανακαλύπτει άλλες ηπείρους και άλλους πολιτισμούς, φυλές, ήθη και έθιμα. Κάπως έτσι άρχισε και η συζήτηση για το τι είναι η λευκή φυλή και κυρίως, ο λευκός άνδρας. Εξ ου και εμφανίζονται προβλήματα στις ανθρωπολογικές καταγραφές των εξερευνητών και των ταξιδιωτών και η αμφισβήτηση των πρώτων προσεγγίσεων ως προς το χρώμα του δέρματος. Επίσης, όποιος δεν ήταν λευκός αναφερόταν ως ‘βάρβαρος’”, ανεξάρτητα από τα όποια άλλα στοιχεία.
Έως τότε υπήρχε ο θεός, ο βασιλιάς, ο Ευρωπαίος λευκός άνδρας στην κορυφή της πυραμίδας. Στο κάτω μέρος ήταν η γυναίκα, το παιδί και στο τέλος όλοι οι ‘βάρβαροι’, δηλαδή μη λευκοί και μη Ευρωπαίοι, με τους τρελούς, τους εγκληματίες και τους κίναιδους -αυτούς που είχαν παρεκκλίνουσα σεξουαλικότητα.
Το βάρος του εγκεφάλου της γυναίκας ως αποδεικτικό στοιχείο για την ανωτερότητα του άνδρα
Οι προσπάθειες που γίνονταν για την κατανόηση του σώματος, γυναικείου και ανδρικού είχαν ως απώτερο στόχο τη διαπίστωση της ανωτερότητας του λευκού ανδρικού σώματος. “Η ευρωπαϊκή λευκή οντότητα είχε διάφορες ανεκδιήγητες, πλέον μετρήσεις (δεδομένα που σήμερα είναι αστεία) που λέγονταν. Καταγράφονταν και ‘έβγαιναν’ στα επιστημονικά εγχειρίδια της εποχής, τα οποία μοιράζονταν στα πανεπιστήμια, με τους καθηγητές να αποφαίνονται αυθαίρετα για την ορθότητα των επιστημονικών ανακαλύψεων. Εκείνη την εποχή ωστόσο, οι αποφάσεις αυτές ήταν η αλήθεια”.
Και τι ανέφερε; Σε μια εποχή που η επιστημονική συζήτηση εξαντλούνταν γύρω από μετρήσεις και αξιολογήσεις του ανθρωπίνου σώματος (με λεπτομερείς αναφορές π.χ. στο μήκος των χεριών και των ποδιών, το μέγεθος των γλουτών, των μαστών ή των γεννητικών οργάνων, κ.α.) ο Γάλλος κρανιολόγος Paul Broca, μαζί με άλλους επιστήμονες από Ευρώπη και Αμερική, πρωτοστάτησε στην ‘τεκμηρίωση’ της διαφοροποίησης μεταξύ ανδρών και γυναικών: οι άνδρες υπερτερούσαν των γυναικών χάρη στον βαρύτερο και μεγαλύτερο εγκέφαλό τους, κάτι που οδήγησε στην γνωστή για τη βικτωριανή εποχή ρήση ‘οι υπολοιπόμενες 5 ουγκιές του γυναικείου εγκεφάλου’. Για αυτόν τον λόγο οι γυναίκες αντιμετωπίζονταν ως κατώτερα όντα από τους άνδρες και ως λιγότερο ευφυείς, βάσει των “επιστημονικών αποδείξεων”. Θεωρούσαν πως έχουν και πιο ανεπτυγμένο το πίσω μέρος του εγκεφάλου, που ήταν ‘υπεύθυνο’ για το συναισθηματικό κομμάτι. Ως εκ τούτου, οι γυναίκες θεωρούνταν πιο επιρρεπείς στα συναισθήματα και την υστερία. Και κατά συνέπεια, έπρεπε να «προστατεύονται από την ίδια τους τη φύση», καθώς δεν θεωρούνταν ικανές για λογική σκέψη. Αν λοιπόν, εξετίθετο στην επιστημονική γνώση θα ‘καιγόταν’ ο εγκέφαλος τους.
Οι παγιωμένες αντιλήψεις εξακολούθησαν να είναι σε ισχύ, μολονότι οι επιστήμες είχαν εξελιχθεί και προέκυψαν έρευνες, οι οποίες αποκατέστησαν την τάξη -βάσει αδιαμφισβήτητων στοιχείων. “Για να φτάσουμε σε αυτό που συμβαίνει τώρα, προηγήθηκαν πάρα πολλά. Ο αγώνας των γυναικών για την αναγνώριση των δικαιωμάτων τους ‘χτιζόταν’ για δεκαετίες, από τις αρχές του 20ου αιώνα και σιγά σιγά, με αγώνες και μάχες σε όλη την Ευρώπη πήραν ως πρώτο αποτέλεσμα το δικαίωμα της ψήφου. Στην Ελλάδα οι γυναίκες ψήφισαν για πρώτη φορά σε δημοτικές εκλογές το 1934 και σε βουλευτικές το 1956, ενώ από το 1952 είχαν και το δικαίωμα στην εκλογή”.
Η επανάσταση ξεκίνησε με το δικαίωμα στη ψήφο
Το πρώτο φεμινιστικό ρεύμα ήταν αυτό για το δικαίωμα στη ψήφο. Το δεύτερο ήταν εκείνο της δεκαετίας του ’70, όταν έκαψαν τα σουτιέν, συμβολικά για το ‘κάψιμο’ της πατριαρχίας. Στην Ελλάδα είχαμε μια σειρά από νομοθετικές ρυθμίσεις, στις αρχές του ’80, στη μεταπολίτευση. Ήταν και η εποχή που μπήκαμε στην τότε ΕΟΚ. Βοήθησε και το κλίμα με το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα Παπανδρέου, του ‘έλα’ στη Δήμητρα Λιάνη, για το νέο κύμα ιδεών στην ελληνική κοινωνία και τη σειρά των ευνοϊκών ρυθμίσεων. Χαρακτηριστικά, τότε καταργήθηκε η προίκα και το πατρώνυμο του συζύγου -η γυναίκα μπορούσε να διατηρήσει το δικό της και μετά το γάμο-, μαζί με άλλα πράγματα που άργησαν πολύ περισσότερο να εμφανιστούν σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Τότε καθιερώθηκε και η άδεια μητρότητας, ώστε να μην μπορεί ο εργοδότης να απολύσει μια έγκυο.
Υπήρχε μια κατάσταση που de jure είχαν προαχθεί οι φεμινιστικές διεκδικήσεις. Στο de facto όμως, η νοοτροπία ήταν ακόμα εκείνη της εποχής του ’60. Η γυναίκα μπορούσε να δουλεύει και να έχει κάποια δικαιώματα, αλλά υπήρχαν και παγιωμένες αντιλήψεις, όπως ότι είναι αυτή που μεγαλώνει τα παιδιά και που κρατάει την οικογένεια. Για τον άνδρα ίσχυε το “εντάξει, άνδρας είναι, άρα μπορεί να κάνει την κουτσουκέλα του”. Η γυναίκα όμως, έπρεπε να είναι και να φαίνεται υποδειγματική. Αυτές οι νοοτροπίες υπάρχουν ακόμα και σε άνδρες, αλλά και σε γυναίκες, μολονότι η χώρα έχει κάνει βήματα, ώστε να προασπίσει και να εξασφαλίσει δικαιώματα.
Παρ’ ότι άλλαξαν οι νόμοι, δεν άλλαξε η νοοτροπία για το ποια είναι η “κατάλληλη” θηλυκότητα και η ‘κατάλληλη’ αρρενωπότητα, εξ ου και βλέπουμε ακόμα φαινόμενα που παρουσιάζονταν σε κινηματογραφικές ταινίες του ’60 -με συμπεριφορές άκρως σεξιστικές και ρατσιστικές που γαλούχησαν πολλές γενιές. Μέχρι πρόσφατα, δηλαδή αν δούμε τι συμβαίνει στη γενιά των γυναικών που είναι σήμερα 70+ χρόνων, πολλές εξακολουθούν να υποστηρίζουν πως ο άνδρας έχει το δικαίωμα να είναι μπερμπάντης, με γυναίκες που έδωσαν δικαιώματα. Αυτό το αντικατοπτρίζει σε ένα βαθμό, ο “άνδρας παλαιάς κοπής” που είναι το τσιτάτο των ημερών. Ενεργοποιεί και ότι ο άνδρας αυτός είναι ο κυνηγός, ο εκδηλωτικός.
Το πέρασμα στην εποχή του Sex and the city
Ένα μεγάλο κομμάτι στην αλλαγή της νοοτροπίας, στη λίγο μεγαλύτερη απελευθέρωση του κόσμου και την αναθεώρηση κάποιων αντιλήψεων για τη γυναικεία σεξουαλικότητα, έρχεται στα τέλη του ’90 με αρχές 2000 και την εποχή του μεταφεμινισμού. Είναι η γενιά που άρχισε να βλέπει τις νεαρές γυναίκες στην Ελλάδα να διεκδικούν τη σεξουαλικότητα τους, την έκφραση της, να μην περιμένουν τους άνδρες να τις διεκδικήσουν, αλλά να διεκδικούν εκείνες αυτόν που θέλουν. Προφανώς και δεν ίσχυε το ίδιο για όλους -δεν άλλαξαν οι αντιλήψεις των πάντων. Σηματοδότησε ωστόσο, διεθνώς και στη χώρα μας ένα κομβικό σημείο που ‘ξεκλείδωσε’ τον κόσμο. Οι πιο νέοι, που πάντα είναι πιο ανεκτικοί και διεκδικητικοί ως προς τα δικαιώματα όλων, άρχισαν να διεκδικούν πιο εύκολα και πιο απελευθερωμένα τη σεξουαλικότητα τους. Παραδέχθηκαν τη σεξουαλική τους φύση και το δικαίωμα στην έκφραση κατά τρόπο που επιθυμούν και που νιώθουν, όποτε το νιώθουν. Επαναλαμβάνω πως αυτό δεν έγινε στο 100%, υπήρχε ωστόσο ένα όλο και μεγαλύτερο ‘κομμάτι’ της ελληνικής κοινωνίας που αναγνώριζε, αγκάλιασε και μιλούσε πιο ανοιχτά για τη σεξουαλικότητα, χωρίς περιστροφές ή ταμπού για το ‘διαφορετικό’. Κατά συνέπεια, ‘άνοιξε’ αυτή η βεντάλια στην καινούργια χιλιετία.
Έγινε μια διευκρίνιση, για το θέμα των ταμπού: τα Pride, υπό κάποιες αναγνώσεις, μεταξύ τους και η δική μας, είναι ένας πολύ αυστηρός -έως κάποιο επίπεδο- ρυθμιστικός μηχανισμός. Σε βάζει δηλαδή, στη διαδικασία να αιτιολογήσεις, να ερμηνεύσεις και να τοποθετηθείς πολιτισμικά, κοινωνικά και πολιτικά επί της σεξουαλικής σου επιλογής. Επομένως, στην Ελλάδα δεν εξαλείφθηκαν ποτέ τα ταμπού. Αυτό που έγινε ήταν ότι αποκτήσαμε μια μεγαλύτερη δυνατότητα συζήτησης, διαπραγμάτευσης και ελευθερίας per se.
Η αυτοκτονία του Γιακουμάκη και το ελληνικό #metoo
Στα μέσα του Φλεβάρη συμπληρώθηκαν έξι χρόνια από την αυτοκτονία του Βαγγέλη Γιακουμάκη, με τους 8 από τους 9 που κατηγορήθηκαν για ‘επικίνδυνη σωματική βλάβη από κοινού και κατ’ εξακολούθηση’ να κρίνονται ένοχοι. Η μεγαλύτερη ποινή κάθειρξης ήταν τα 3 χρόνια.
Η αυτοκτονία αποκάλυψε λεπτομέρειες για όσα είχε υποστεί, το πώς είχε ζήσει και όσα πέρασε σε σχέση με την αρρενωπότητα του. Μίλησαν κάποιοι, αλλά δεν έγινε καμιά τρομερή επανάσταση. Ούτε στο εξ αρχής, ούτε στο δικαστήριο. Και φέτος, επειδή ωρίμασαν οι συνθήκες ‘έσκασε’ το ελληνικό #metoo, το οποίο έχει συμπαρασύρει και πολλά άλλα πράγματα. Σίγουρα χρειάζεται προσοχή στο χειρισμό, ώστε να μην μπουν στο ίδιο ‘καζάνι’ πολύ διαφορετικά πράγματα.
Fact: Από τις κοινωνιολογικές και οι εγκληματολογικές έρευνες προκύπτει πως η σεξουαλική κακοποίηση, σε μεγάλο ποσοστό συμβαίνει μέσα στο στενό οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον.
Μέσα σε όλο το τσουνάμι αποκαλύψεων και προσωπικής έκθεσης, έχεις μια σειρά από celebrities που έχουν πάρει θέση και έδωσαν σε πολύ κόσμο το έναυσμα να αποκαλύψει τις δικές του ιστορίες. Ραδιοφωνική εκπομπή έθεσε την ερώτηση ‘δεν θα δημιουργηθεί ένα χωνί όπου θα μπουν όλα μέσα και θα χαθούν;’. Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: αυτό είναι κάτι που συμβαίνει κάθε φορά που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνία, ακανθώδη και επώδυνα θέματα όπως είναι η σεξουαλική κακοποίηση (ενηλίκων και ανηλίκων) και πολλά άλλα θέματα. Είναι μέρος της διαδικασίας. Συμβαίνει στη διαπραγμάτευση όλων των ζητημάτων που πονούν και έχουν πολλές πτυχές, όπως η σεξουαλικότητα που έτσι κι αλλιώς προκαλεί άβολα συναισθήματα όταν βγαίνει από το σπίτι στη δημόσια σφαίρα.
Τα αποστήματα που έσπασαν είναι δύο
Σε προηγούμενες γενιές, η ύβρεις και οι χειρονομίες σε εργασιακούς χώρους ήταν η κανονικότητα. Τώρα προσδιορίζονται ως παρενόχληση και κακοποίηση, αφού διαπιστωμένα δημιουργούν πληγές. Πρόκειται για πράγματα με τα οποία μεγαλώσαμε, ως δεδομένα, που δεν είχαμε το περιθώριο να εκφράσουμε τη δυσαρέσκεια μας. Ήμασταν υποχρεωμένες να το βουλώσουμε και να συνεχίσουμε. Διαφορετικά, φταίγαμε εμείς που το είχαμε προκαλέσει ή δεν ήμασταν αρκετά δυνατές να το αντέξουμε. Πλέον γίνονται πράγματα, έσπασε το απόστημα και ο κόσμος παίρνει θέση. Όλο αυτό θα έχει και συνέχεια. Δεν θα ‘καταλαγιάσει’ αμέσως. Τονίστηκε πως υπήρχε και ένα ακόμα απόστημα που έσπασε, συμπεριλαμβανομένου εκείνου του αθλητισμού -και ας μην έχει πάρει την έκταση που θα έπρεπε και θα μπορούσε-, καθώς η πρώτη καταγγελία ήταν αυτή της Σοφίας Μπεκατώρου.
O αθλητισμός συνάδει με το ιδεώδες, έχει πιο εγγενή πολιτική φύση από ό,τι η δημοφιλής κουλτούρα-τέχνη και ως εκ τούτου, είναι ακόμα πιο επώδυνο αυτό που έγινε. Δεν είναι βέβαια τυχαίο ότι όλες οι ιστορίες του ελληνικού #metoo πήραν μεγάλες διαστάσεις όσον αφορά το χώρο του θεάτρου, της τέχνης, του θεάματος, δηλαδή ένα χώρο που είναι -δυστυχώς- έκθετος σε περισσότερα στερεότυπα σχετικά με τη σεξουαλικότητα. Αντίθετα στο χώρο του αθλητισμού, των ΜΜΕ που θεωρούνται και περισσότερο ‘πολιτικοί’, ή έχουν σχέση με την πολιτική με κάποιους τρόπους, το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης είναι πολύ πιο επώδυνο και άρα δε συζητιέται εξίσου ανοικτά (όπως και έγινε). Εκτιμήθηκε πως θα υπάρξει συνέχεια και σε αυτό το επίπεδο.
Η “bitch culture” των social media
Μεταξύ αυτών που έχει πια, να διαχειριστεί όποιος έχει να κάνει μια αποκάλυψη είναι και οι αμφισβητήσεις με τις επικρίσεις και τις επιθέσεις των χρηστών στα social media. Ακαδημαϊκά μιλώντας, στα social media υπάρχει η bitch culture -που ουδόλως τυχαία έχει χαρακτηριστεί ως κουλτούρα της σκύλας, παρ’ ό,τι τοξικότητα ‘εκτοξεύουν’ και άνδρες -ετεροφυλόφιλοι ή ομοφυλόφιλοι. Εκφράζεται ένας μεγάλος θυμός από ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που καταγγέλλει άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι παίρνουν θέση και επιρρίπτουν ευθύνες.
Από τη μία έχεις κάποιους που αντιμετωπίζουν συμβάντα με μεγαλύτερο θράσος και δεν φοβούνται να βγουν και να πουν τι έχει γίνει (ή να ζητήσουν συγγνώμη) και από την άλλη έχεις εκείνους που εκτονώνουν το θυμό τους προς πάσα κατεύθυνση.
Ο Γιώργος Καπουτζίδης είπε πρόσφατα, πως είναι υποχρέωση των γονιών να μαθαίνουν στα παιδιά πώς μπορούν να είναι διαφορετικοί -δηλαδή να μην είναι όπως όλοι οι άλλοι, αν αυτό νιώθουν-, χωρίς να υπάρχει θέμα. Αυτός είναι ο πολιτισμός της καθημερινότητας: να μαθαίνεις στο σπίτι σου πως μπορείς να είσαι ό,τι θες, με βασική προτεραιότητα να είσαι σωστός άνθρωπος -ανεξάρτητα από τη σεξουαλικότητα ή την όποια έκφραση έχεις ανάγκη για να νιώσεις ολόκληρος και ευτυχισμένος. Πάντα όντας αξιοπρεπής απέναντι στους άλλους. Μόνο που πρόκειται για πράγματα που πολύς κόσμος έχει μάθει διαφορετικά από το σπίτι του και έτσι ενσωμάτωσε το κομμάτι του bullying ως αντίδραση, για ό,τι δεν είναι σύμφωνο με τους ίδιους.
Ένα από τα άπειρα χαρακτηριστικά παραδείγματα ήταν η υπόθεση του ράπερ Lamanif, ο οποίος αγνοείτο μετά το post που έκανε στο Instagram και στο οποίο εξέφραζε την πρόθεση του να αυτοκτονήσει -μετά την αποκάλυψη βίντεο με ΒDSM περιεχόμενο. Εντοπίστηκε σε νοσοκομείο, λίγες μέρες αργότερα.
Μετά τη διαρροή προσωπικών του στιγμών που ξέφευγαν από τη νόρμα, άρχισε ο χλευασμός στα social media και το παιδί εξαφανίστηκε. Τα BDSM (bondage, discipline, dominance, submission, sadomasochism) είναι κάτι το μεμπτό, για ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο ασκεί και κριτική, που ενδεχομένως να μην μπορεί να διαχειριστεί ο δέκτης.
Εν προκειμένω είδαμε πως δεν υπάρχει αίσθηση σεξουαλικής παιδείας ή της έννοιας του sexual citizenship -που υπάρχει στη διεθνή βιβλιογραφία εδώ και 25 χρόνια. Πολίτες είμαστε με πολλούς τρόπους. Ο ένας είναι αυτός του σεξουαλικού υποκείμενου. Η ιστορία του ράπερ είναι άλλη μια απόδειξη πως όσο cool και αν είσαι για την κοινωνία, αυτή πιστεύει πως έχει γνώμη για ό,τι σε αφορά. Ακόμα και το πώς έχεις επιλέξει να βρίσκεις απόλαυση και ηδονή. Αν κρίνει πως η συμπεριφορά είναι παρεκκλίνουσα, δημιουργείται χιονοστιβάδα που δεν αντέχουν όλοι.
Από τη μια λοιπόν, είναι το #metoo που ξεμπρόστιασε την κατάσταση της εκμετάλλευσης του δυνατού, αυτού που έχει την εξουσία εις βάρος του αδύναμου -που υπόκειται στην εκμετάλλευση- και από την άλλη, έχεις αυτόν τον νεαρό άνδρα, ο οποίος δέχθηκε καταιγισμό bullying για κάτι που δεν αφορούσε κανέναν άλλον.
Πολλές φορές συζητείται στη βιβλιογραφία πως τα ‘καυτά’ επίκαιρα θέματα (παραδείγματος χάριν, ‘ελάτε να σκοτώσουμε την πατριαρχία’ ή ‘ελάτε να τσακίσουμε τις καταπιεστικές δυνάμεις, για τα φύλα και τη σεξουαλικότητα’), καλύπτουν πολύ σοβαρότερα προβλήματα που υπάρχουν στην κοινωνία. Όπως το φόβο να μην μπορεί να διαχειριστεί κάποιος το bullying ή νεαρές και μεγαλύτερες γυναίκες που δεν αντέχουν αυτά στα οποία υφίστανται και κάνουν κακό στον εαυτό τους ή παιδιά που καταστρέφονται από αυτές τις διαδικασίες, γιατί οι γονείς τους υπέστησαν κακοποίηση.
Όσο υπάρχουν ‘καυτά’ θέματα στην επικαιρότητα, ξεχνάμε και αρκετά σοβαρά ζητήματα που δεν αγγίζουμε -ως προς τις παγιωμένες αντιλήψεις για το πώς πρέπει να είναι τα πράγματα.
Το φως στην άκρη του τούνελ
Συμφωνήσαμε ότι στο τέλος της ημέρας, η Ελλάδα είναι μεν μια βαθιά συντηρητική χώρα αλλά δεν είναι όλα ‘μαύρα’. Διεκδικούμε πια κάποια πράγματα, με πιο απελευθερωμένο τρόπο σε σχέση με δέκα χρόνια πίσω -δεν λέω πιο παλιά. Ο κόσμος σιγά σιγά αλλάζει. Βλέπουμε και στη δουλειά μας πιο ανεκτικές τοποθετήσεις, στάσεις ζωής και απόψεις από νεαρές ηλικίες. Αυτό είναι ελπιδοφόρο.
Επίσης είναι πολύ σημαντικό ότι τα νέα παιδιά μιλούν πολύ ανοιχτά, υπερασπίζονται τον εαυτό τους ή τους φίλους τους που διεκδικούν το δικαίωμα τους στο δικό τους τρόπο έκφρασης και ύπαρξης -και δεν είναι αυτός που θεωρεί ως πρέποντα η κοινωνία.
Είμαστε η κοινωνία που έφερε τον Γιακουμάκη στο σημείο να αυτοκτονήσει (κάποια νεαρά άτομα ήταν αυτά που τον οδήγησαν στην αυτοκτονία). Είμαστε και αυτή που κάποιοι νέοι άνθρωποι δηλώνουν το παρών, παίρνουν θέση και μιλούν. Νιώθω ελπίδα, στη σκέψη πως αυτοί θα είναι οι αυριανοί άνδρες και γυναίκες της χώρας και ότι θα βοηθήσουν να πάμε λίγο παραπέρα, με μεγαλύτερη ευγένεια, αγάπη και σεβασμό του ενός για τον άλλον.
Στα θετικά ανήκει και ότι πολλοί επώνυμοι άνδρες βγήκαν προς τα έξω, για να υποστηρίξουν την προσπάθεια των γυναικών που μίλησαν. Ναι μεν, υπάρχει ένα κομμάτι του κόσμου στα social media που τους ‘κρεμάει’ και τους καταδικάζει, στο επίσημο όμως, δημόσιο βήμα οι άνδρες στήριξαν τις φίλες, συναδέλφους, συμπρωταγωνίστριες και καταδίκασαν γεγονότα. Είχαν άποψη και την κατέθεσαν, κάτι που δεν βλέπαμε παλαιότερα.
Δεν έχουμε γίνει ακόμα Σουηδία (αναφέρω αυτήν τη χώρα γιατί είναι γνωστή ως απελευθερωμένη -μολονότι υπάρχουν κι εκεί τα φαινόμενα που συζητάμε, αλλά η ισότητα των φύλων είναι πιο παλιά υπόθεση και υπάρχουν περισσότερες κοινωνικές κατακτήσεις). Ας λάβουμε όμως, υπ’ όψιν ποιοι είμαστε, πού είμαστε, πόσοι είμαστε, τη θέση που έχει η θρησκεία -τα θεία-, τη διαφορετική συζήτηση για την αρετή. Αυτή η χώρα είμαστε και η κοινωνία με τον πολιτισμό της αλλάζει. Σιγά, σιγά, αλλά αλλάζει.
Τι να περιμένουμε για τη συνέχεια
Σε κάθε ανάλογη επανάσταση του παρελθόντος χρειάστηκε 20 με 30 χρόνια, για να ολοκληρωθεί η μετάβαση από την μια κατάσταση στην άλλη. Δεν είναι συνεχής η διαδικασία. Όπως αποδείχθηκε και με το ελληνικό #metoo, οι γυναίκες που έκαναν τις καταγγελίες, είχαν μιλήσει για την πληγή τους και σε παρελθόντα χρόνο, αλλά κάθε φορά δινόταν άλλη έκταση. Ανάλογη με το στάδιο που ήταν η χώρα πολιτισμικά, κοινωνικά και χρονικά.